Στο 1 τρισεκατομμύριο ανέρχεται η επένδυση της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την μετάβαση στην πράσινη οικονομία και την επίτευξη του στόχου μηδενικών εκπομπών άνθρακα μέχρι το 2030. Το ποσό είναι δυσθεώρατο και παραπέμπει σε μια εκ θεμελίων αναδιάρθρωση της αγοράς, αλλά και των συμπεριφορών. Νέες ειδικότητες στις θέσεις εργασίας, νέα πλάνα ανάπτυξης και επενδυτικών σχεδίων για τις επιχειρήσεις νέες συμπεριφορές και συνήθειες στην κατανάλωση και σίγουρα πολλοί νέοι νόμοι.
Εκεί που αναμένεται να γίνει ο μεγάλος χαμός είναι στις συνήθειες και τους τρόπους μετακίνησης. Ηλεκτροκίνηση, χωροθέτηση περιοχών αποκλειστικά για πεζούς, νέες μορφές ενέργειας και ίσως και τιμολογήσεων, εναλλακτικές μετακινήσεις και Στρατηγικές Βιώσιμης Αστικής Κινητικότητας.
Και εδώ η υπόθεση Περιβάλλον διχάζει βαθιά την ελληνική κοινωνία.
Το 86% των ελλήνων λένε στις δημοσκοπήσεις «ναι»,
στις δράσεις και τα μέτρα για την αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης διατηρούν όμως στην συνείδησή τους την απόλυτη κυριαρχία του Ι.Χ. Και οι ρύποι των αυτοκινήτων των πόλεων ευθύνονται για το 70% της παγκόσμιας ατμοσφαιρικής ρύπανσης. Ιδιεταίρως η Αθήνα έχει την πρώτη πανευρωπαϊκή θέση μαζί με το Μιλάνο.
“Ναι στα μέτρα γενικώς”, αλλά όταν ειδικώς πεις στον Έλληνα ότι πρέπει να εγκαταλείψει την συνήθεια της καθημερινής μετακίνησης με το Ι.Χ. τότε τον έχεις απέναντι.
Και εδώ βρισκόμαστε στην καρδιά της κρίσης και της σύγκρουσης. Η μερίδα της Ελληνικής κοινωνίας που θέλει ελεύθερα πεζοδρόμια, πεζόδρομους, επιβολή ταχυτήτων κάτω των 30 χιλιομέτρων, γρήγορα και αξιόπιστα Μέσα Μαζικής Μεταφοράς και ποδηλατόδρομους και απέναντι η μεγάλη μερίδα των Ελλήνων που θέλει παντού θέσεις στάθμευσης, το Ι.Χ. έξω από την πόρτα του, και όσο γίνεται περισσότερες λωρίδες για να κυκλοφορεί με την μεγαλύτερη δυνατή ταχύτητα. Είναι και ο μαγαζάτορας που διεκδικεί περισσότερες θέσεις στάθμευσης μπροστά από το μαγαζί του και πάνω στα πεζοδρόμια.
Τα Υπουργεία Μεταφορών και Υποδομών και Περιβάλλοντος και Ενέργειας εναρμονιζόμενα με τις Ευρωπαϊκές Οδηγίες και επιταγές ετοιμάζουν νέους νόμους για την Στρατηγική Βιώσιμης Αστικής Κινητικότητας. Ενα ανθρωποκεντρικό δηλαδή πλαίσιο κανόνων που όχι μόνο έχει στόχο την αποτροπή και μείωση της χρήσης του Ι.Χ. αλλά και την μέτρηση της διαδικασίας με δείκτες, στόχους και χρονοδιαγράμματα. Την υλοποίηση αναλαμβάνουν οι Δήμοι και οι Περιφέρειες. Οπως φαίνεται όμως λογαριάζουν χωρίς τον ξενοδόχο που είναι η ελληνική κοινωνία και η οποία δεν είναι εν τέλη καθόλου πεισμένη ότι για την κλιματική κρίση και για την βιώσιμη μετακίνηση πρέπει να εγκαταλείψει το αυτοκίνητο που αποτελεί εκτός όλων των άλλων και ένα από τα βασικά σύμβολα ευημερίας.
Ετοιμάζονται χρηματοδοτήσεις, μελέτες, διαβουλεύσεις, τεχνικές βοήθειες, κρατικές δομές υποστήριξης, τμήματα και υπεύθυνοι σε δήμους και περιφέρειες με ένα τεράστιο κόστος, ενώ ελάχιστα από αυτά πρόκειται να υλοποιηθούν, διότι αντίστοιχα ελάχιστες δημοτικές ή περιφερειακές αρχές έχουν την πρόθεση να συγκρουστούν με τις τοπικές τους κοινωνίες.
Η βασική αιτία του κακού είναι η παντελής έλλειψη επικοινωνιακής πολιτικής. Ουδείς μπαίνει πραγματικά στην διαδικασία να φορτίσει με πληροφορίες τις τοπικές κοινωνίες. Η υποχρεωτική από τον νόμο διαδικασία διαβούλευσης αποτελεί μια παρωδία. Η συμμετοχή είναι ελάχιστη και μηδαμινή μπροστά στην αντίσταση που παρουσιάζεται όταν πρόκειται να υλοποιηθούν τα έργα.
Ο πολίτης δεν γνωρίζει ούτε τις επιπτώσεις της υγείας από την ατμοσφαιρική ρύπανση, ούτε την επιβάρυνση με το άγχος από την δυσλειτουργία της μετακίνησης με το Ι.Χ., ούτε τα οικονομικά οφέλη που απολαμβάνουν οι πόλεις που εφάρμοσαν όρους Βιώσιμης Αστικής Κινητικότητας, ούτε τον συνολικό σχεδιασμό που θα γίνει στην πόλη του και κανένας δεν ενδιαφέρεται να του τα επικοινωνήσει στην ουσία. Ο πολίτης ξαφνικά βλέποντας τα συνεργεία, μαθαίνει ότι θα του καταργήσουν την θέση στάθμευσης που παρκάρει το Ι.Χ. του ή θα του αντιδρομήσουν τον δρόμο και θα τον υποχρεώσουν σε κύκλο για να έρθει στο σπίτι του ή ο πελάτης στο μαγαζί του. Και τότε βγαίνει στους δρόμους και βάζει τις φωνές μέχρι να φοβηθεί ο δήμαρχος και να πάρει πίσω τα έργα.
Πάνε και οι δείκτες, πάνε και οι στόχοι, πάνε και τα χρονοδιαγράμματα. Ξεκινάει λοιπόν το άγχος για τις διαχειριστικές αρχές που χρηματοδοτούν τα έργα και βλέπουν την απορροφυτικότητα να μένει στάσιμη. Και τότε η ΣΒΑΚ αντιστρέφεται και μετατρέπεται σε κυκλοφοριακή μελέτη διευκόλυνσης των Ι.Χ. ¨προκειμένου να γίνει κανένα έργο να δείξουμε ότι κάτι κάνουμε”.
Είναι μια ιστορία καθημερινής ελληνικής σχιζοφρένειας που αφορά κάθε πτυχή της περιβαλλοντική πολιτικής. Από την προστασία των δασών, μέχρι την τουριστική ανάπτυξη και τα αιολικά πάρκα ως την διαχείριση των υδάτων. Η ίδια ακριβώς ιστορία καρμπόν.
Διότι παρά τις εξαγγελίες ότι το Περιβάλλον μας ενώνει, δυστυχώς η καθημερινή εμπειρία μας δείχνει ότι στην Ελλάδα το Περιβάλλον διχάζει.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου