Γνωρίζουμε όλοι ότι η πολυσημία του όρου “φιλελευθερισμός’’ είναι τεράστια. Υπ’ αυτήν την έννοια άλλοι μιλούν για λαϊκό φιλελευθερισμό, για συνταγματικό, για κλασικό, για οικονομικό, κλπ.
Ας δούμε αρχικά γιατί ο φιλελευθερισμός είναι ένα τόσο επιτυχημένο «brand name» ώστε πολλοί, (όχι βεβαίως όλοι), χωρίς κανέναν προβληματισμό, να αισθάνονται φυσικά και άνετα δηλώνοντας ότι είναι “liberal”. Μια βασική αιτία είναι ότι ο όρος είναι «mainstream» και κατά συνέπεια ‘’ακίνδυνος’’. Ο βασικότερος όμως, εξ όλων λόγων, είναι ότι ο όρος “φιλελεύθερος” παραπέμπει στον “φίλο της ελευθερίας” και όλοι ξέρουμε πόσο καλό πράγμα είναι η ελευθερία. Άρα, όποιος δεν είναι φιλελεύθερος, είναι μάλλον εχθρός της ελευθερίας, επομένως είναι ‘’κακός’’ και συνάμα επικίνδυνος.
Η ελευθερία, η υποκείμενη δηλαδή αξία του όρου ‘’φιλελεύθερος’’, είναι ένας όρος λάστιχο ο οποίος δεν σημαίνει τίποτε αν δεν συμπληρώσει κανείς συγκεκριμένα πως την εννοεί. Για να διαπιστώσει κανείς ότι η ελευθερία έχει τις πλέον αντικρουόμενες σημασίες, μπορεί να ανατρέξει στην καθημερινή του εμπειρία, (οι απλούστερες “ελευθερίες” του ενός και του άλλου διαρκώς συγκρούονται), να ανατρέξει σε φιλοσοφικά ή πολιτικά κείμενα που κάνουν διάφορες διακρίσεις, με πιο γνωστή εκείνη μεταξύ θετικής και αρνητικής ελευθερίας, ή να ρίξει μια ματιά στη διολίσθηση της σημασίας της λέξης μέσα στην ιστορία.
Στην αρχαιοελληνική πραγματικότητα η έννοια της ελευθερίας δεν ήταν ένας όρος που ‘’ταλαιπωρούσε’’ πολύ τους φιλοσόφους. Εν προκειμένω, δεν ήταν ένας όρος τον οποίο θεματοποιούσαν ιδιαιτέρως, σε αντίθεση με την άκρως θεματοποιημένη έννοια της αρετής και ειδικότερα της δικαιοσύνης (βλ. Πολιτεία του Πλάτωνα, Πολιτικά και Ηθικά Νικομάχεια του Αριστοτέλη κλπ.).
Στην αρχαία δημοκρατία, εκείνοι που θεωρούνταν “πολίτες” (δεν ήταν όλοι οι κάτοικοι μίας πόλεως πολίτες) νομοθετούσαν απευθείας (χωρίς δηλαδή αντιπροσώπους) για τα ζητήματα της πόλης και συμμετείχαν εκ περιτροπής, με κλήρο, στη δικαστική και την εκτελεστική εξουσία. Με λίγα λόγια οι πολίτες της πόλεως αυτοκυβερνώνται. Οι δε εκπρόσωποι, όπου υπάρχουν, δεν είναι μόνο εκλεγμένοι αλλά και ανακλητοί ανά πάσα στιγμή. Κλήρωση και ανακλητότητα είναι θεμελιώδη συστατικά στοιχεία της δημοκρατίας. Συνοπτικά μπορούμε να πούμε ότι η ελευθερία στην αρχαιοελληνική δημοκρατία υλοποιείται με την άσκηση της εξουσίας απ’ ευθείας από το σώμα των πολιτών, χωρίς δηλαδή την ουσιαστική μεσολάβηση της εξουσίας από τον «κυρίαρχο», με την έννοια που είχε αυτός ο τελευταίος όρος στην πολιτική φιλοσοφία του 17ου και 18ου αιώνα. Είναι προφανές - παρόλο που εντέχνως αποκρύπτεται - ότι ο νεωτερικός και πολύ ‘’φιλελεύθερος’’ όρος «αντιπροσωπευτική δημοκρατία» είναι αντίφαση εν τοις όροις.
Στις αυτοκρατορίες που ακολούθησαν το μοντέλο της δημοκρατικής πόλεως, οι πολίτες έγιναν υπήκοοι και η ελευθερία αναβαθμίζεται πάλι ως αξία στους νεώτερους χρόνους. Αρχικά εμφανίζεται στις αναγεννησιακές πόλεις - ιδιαιτέρως και πρωτίστως στις ιταλικές - στον πληθυντικό, ως “ελευθερίες”, και σημαίνει τα διάφορα εμπορικά προνόμια που χορηγούνταν στις διάφορες κατηγορίες εμπόρων. Πλέον, και μακριά από τις μετέπειτα εξιδανικεύσεις του όρου, η ελευθερία αρχικά θα έχει κυρίως οικονομικό περιεχόμενο και θα σημαίνει την ελευθερία του να επιδιώκεις το συμφέρον σου. Εννοείται ότι στη μακρά περίοδο του καλπάζοντος καπιταλισμού αυτή η πτυχή της ελευθερίας θα αναβαθμίζεται ολοένα και περισσότερο. Τον 17ο αιώνα, κι εν μέσω αιματηρών θρησκευτικών συγκρούσεων, ο όρος θα σημάνει επίσης την ελευθερία της πίστης, της σκέψης, της συνείδησης. Στη συνέχεια τα ‘’πάντα’’ θα κατανοούνται ως ελευθερία: ο εθνικός αυτοπροσδιορισμός, η επέκταση του εκλογικού δικαιώματος, μια σειρά άλλων, συχνά αντικρουόμενων δικαιωμάτων, κλπ.
Αν προσπαθούσε κάποιος να δώσει ένα, κατά το δυνατόν, σταθερό και διαχρονικό ορισμό για τον όρο “φιλελευθερισμός”, αυτός θα ήταν ότι πρόκειται για την ιδεολογία που σφυρηλάτησε η συνεχώς ανερχόμενη αστική τάξη για να επιτεθεί εναντίον των εχθρών της. Καθώς οι εχθροί άλλαζαν, αντιστοίχως άλλαζε - κατά τρόπο ευφυέστατο - και η έννοια του φιλελευθερισμού. Όσο εχθρός της αστικής τάξης ήταν ο παλαιός κόσμος της φεουδαρχίας και της απολυταρχίας (με αυτή τη σειρά), ο φιλελευθερισμός είχε ένα ισχυρό απελευθερωσιακό περιεχόμενο - έρεισμα. Αφότου η αστική τάξη επικράτησε και ο νέος εχθρός ήταν πια τα λαϊκά στρώματα, ο φιλελευθερισμός έγινε η ιδεολογία των προνομιούχων, προσέχοντας όμως εντέχνως και συστηματικά να συσκοτίσει τα πράγματα ώστε να διατηρήσει την καλή φήμη του παρελθόντος.
Η πολιτική θεωρία του φιλελευθερισμού, αρχικά θεμελιώνεται στα κοινωνικά συμβόλαια που κι αυτά με τη σειρά τους βασίζονται σε ένα φυσικό δίκαιο. Μια και στον “παλαιό κόσμο” οι άνθρωποι κατατάσσονταν κληρονομικά σε τάξεις με καθορισμένο οικονομικό και πολιτικό ρόλο, οι θεωρητικοί της αστικής τάξης υποστήριξαν ότι στη φυσική κατάσταση οι άνθρωποι είναι ίσοι και ελεύθεροι, άρα, πρέπει να αρθούν οι περιορισμοί και οι αποκλεισμοί στο πολιτικό και το οικονομικό επίπεδο. Λίγοι θα διαφωνούσαν σήμερα με αυτό, ωστόσο, η όλη επιχειρηματολογία, ευφυώς, ήταν έτσι δομημένη που να διασφαλίζει και το μέλλον της προνομιούχας στο εξής, αστικής τάξης.
Ο φιλελευθερισμός – ο κλασικός φιλελευθερισμός - έλαβε την κανονιστική του διατύπωση στο έργο του Άγγλου φιλοσόφου Τζον Λοκ (John Locke). Στις δύο Πραγματείες περί Διακυβέρνησης (Two Treatises of Government), που δημοσιεύθηκαν το 1689, ο Λοκ περιέγραψε για πρώτη φορά με συστηματικό τρόπο αφενός τα χαρακτηριστικά μιας πολιτικής τάξης αναγκαίας για τη διασφάλιση και τη διαφύλαξη της ανθρώπινης ελευθερίας, και αφετέρου τα πλεονεκτήματα αυτής της συνθήκης.
Για τον Λοκ κάθε θεσπισμένη κοινωνία πρέπει να κατοχυρώνει τρία βασικά και αδιαπραγμάτευτα δικαιώματα, τα οποία είναι τα εξής: α) το δικαίωμα στη ζωή (δικαίωμα αυτοσυντήρησης), β) το δικαίωμα στην ελευθερία γ) και το δικαίωνα στην ιδιοκτησία. Με το τρίπτυχο «αυτοσυντήρηση, ιδιοκτησία και ελευθερία», έχουμε σαφώς μια εκτεταμένη διατύπωση των φυσικών δικαιωμάτων, άξια για κάθε χειροκρότημα!!! Αν όμως ξύσει κανείς λίγο την επιφάνεια θα δει – και αυτό είναι το εντυπωσιακότερο όλων - ότι όλα κατά βάθος θεμελιώνονται στην έννοια της ιδιοκτησίας!!!. Ακόμα και η αυτοσυντήρηση ή η ελευθερία εννοούνται με βάση το μοντέλο της ιδιοκτησίας. Όταν ο Λοκ μιλά για αυτά τα δύο δικαιώματα (αυτοσυντήρηση και ελευθερία), τα θεμελιώνει πάνω στη σκέψη ότι ο άνθρωπος είναι κατ’ αρχάς ιδιοκτήτης του εαυτού του. Κανείς δεν πρέπει, επομένως, να του υποκλέψει ή να του βλάψει την ιδιοκτησία του. Για πρώτη φορά δηλαδή, η απειλή κατά της ζωής γίνεται αντιληπτή με βάση το μοντέλο της φθοράς ξένης ιδιοκτησίας. Το ίδιο ισχύει βέβαια και για τις εργασιακές ικανότητες αλλά και για τις υπόλοιπες ικανότητες. Ο άνθρωπος τελικά εννοείται ως ιδιοκτήτης ή ως κύριος (εξ’ου και η αγγλική προσφώνηση «σερ»). Το δικαίωμα της ιδιοκτησίας, για όποιον καταλαβαίνει την ουσία της θεωρίας του Locke, είναι το δικαίωμα του επιχειρείν και του κερδίζειν από την εργασία των άλλων. Επομένως για τον πάπα του φιλελευθερισμού το δικαίωμα της ιδιοκτησίας είναι το κορυφαίο όλων των δικαιωμάτων. Δεν είμαι απόλυτα σίγουρος αν οι περισσότεροι εκ των θιασωτών του φιλελευθερισμού θα συμφωνούσαν με αυτήν την άποψη, με την άποψη δηλαδή ότι το δικαίωμα της ιδιοκτησίας, είναι το υπέρτατο των δικαιωμάτων.
Τον 19ο αιώνα εμφανίστηκε ο επόμενος αντίπαλος της αστικής τάξης, η εργατική τάξη, η οποία επικαλέστηκε με τη σειρά της κι αυτή το φυσικό δίκαιο, και θύμισε ότι οι άνθρωποι γεννιούνται ίσοι και ελεύθεροι. Ο φιλελευθερισμός τότε βρέθηκε σε άβολη θέση και στήριξε την επιχειρηματολογία του σε μια νέα βάση, τον ωφελιμισμό: Σε γενικές γραμμές, τώρα, το εύλογο επιχείρημα είναι ότι με τον καπιταλισμό αυξάνει η παραγωγή, υπάρχει ανάπτυξη και τελικά όλοι ωφελούνται. Επομένως δεν είναι μισανθρωπία, κακία και μιζέρια να θέλουμε “εξίσωση προς τα κάτω”; Αυτό είναι το βασικό επιχείρημα. Βεβαίως η αλήθεια είναι ότι κάποιοι δεν εργάζονται καθόλου και ωφελούνται πολύ, άλλοι εργάζονται σκληρά και ωφελούνται λίγο, άλλοι για λόγους ανεξαρτήτους της θελήσεώς τους δεν μπορούν να εργαστούν κ.ο.κ.
Τελικά χρειάστηκε ο 20ος αιώνας και ο Χάγιεκ για να μάθουμε απερίφραστα ότι στον φιλελευθερισμό, η βασική ελευθερία, είναι η ελευθερία να γίνεις πλούσιος. Η ελευθερία ορίστηκε απερίφραστα ως το αντίθετο της ισότητας. Φυσικά υπήρξαν και παρακλάδια του φιλελευθερισμού που, σε μια κεϋνσιανίζουσα εποχή κυρίως, προσπάθησαν να συμβιβάσουν ως ένα σημείο την ελευθερία με ένα είδος ισότητας. Αλλά βεβαίως αυτά ηττήθηκαν.
Είναι γεγονός ότι πολλοί άνθρωποι συγχέουν τη δημοκρατία με τον φιλελευθερισμό. Παρότι έχουν υπάρξει πολλές “φιλελεύθερες δημοκρατίες”, (όπως και φιλελεύθερες δικτατορίες), πρέπει να κατανοήσουμε ότι υπάρχει μια διαφορά αρχής: η δημοκρατία βασίζεται στην αρχή της πλειοψηφίας, στην κλήρωση και στην ανακλητότητα˙ ενώ η αρχή του φιλελευθερισμού είναι τα “αναπαλλοτρίωτα δικαιώματα”, που είναι ιερά, φυσικά και απαραβίαστα, και καμία πλειοψηφία δεν μπορεί να τα ανατρέψει. Η ιδιοκτησία, (και ό,τι αυτή συνεπάγεται, διότι η “ιδιοκτησία” είναι μια κωδική ονομασία για τις αβυσσαλέες διαφορές πλούτου), είναι ένα τέτοιο απαραβίαστο δικαίωμα.
Βεβαίως, όσο κι αν πάλιωσε το φυσικό δίκαιο πάντα θα προσφεύγουμε σε αυτό για να θεμελιώσουμε τα αυτονόητα. Το δικαίωμα της ζωής, για παράδειγμα, ή το απαράδεκτο της δουλείας. Καμμιά πλειοψηφία δεν θα έπρεπε να αφανίσει ή να σκλαβώσει μια μειοψηφία και να την εκμεταλλεύεται, απλώς επειδή οι περισσότεροι το αποφάσισαν. Υπάρχουν επίσης περιοχές της ανθρώπινης ζωής για τις οποίες καμία πλειοψηφία δεν θα έπρεπε να έχει λόγο. Μπορούμε να σκεφτούμε αρκετές: Το τι τρώμε, πως ντυνόμαστε, τι θρησκευτικές πεποιθήσεις έχουμε, τι σεξουαλικές προτιμήσεις, έχουμε, κλπ είναι λίγα παραδείγματα από τα πολλά που μπορεί κανείς να σκεφτεί. Γι’ αυτά τα τελευταία θα μπορούσε να βάλει κανείς ένα κριτήριο: καμία από αυτές τις προτιμήσεις δεν εμποδίζει τους άλλους να έχουν τις δικές τους.
Και εδώ λοιπόν, με έναν ομολογουμένως οξυδερκέστατο τρόπο, έρχεται να πατήσει ο φιλελευθερισμός, ο οποίος υποστηρίζει σθεναρά - και καλώς το πράττει - τα ανωτέρω δικαιώματα. Επιπροσθέτως και κατ’ αντιστοιχία, λοιπόν, θέλει στα ζητήματα εκείνα που εξαιρούνται του ελέγχου της πλειοψηφίας να περιλάβει και το ζήτημα της οικονομικής εκμετάλλευσης και της ανισότητας. Θέλει να μας πει ότι με τον τρόπο που είναι δικαίωμα πχ ο σεξουαλικός αυτοπροσδιορισμός είναι δικαίωμα και ο πλούτος. Η νεο-φιλελεύθερη υπερευαισθησία με τα δικαιώματα των LGTB μπορεί και πρέπει, πιστεύουμε, να εξηγηθεί από το ότι ο φιλελευθερισμός θέλει με αυτόν τον τρόπο - δηλαδή ως δικαίωμα αυτοπροσδιορισμού - να κατανοηθούν τα πάντα, ακόμη και το ζήτημα “φτώχεια-πλούτος”. Έτσι, οικειοποιήθηκε απελευθερωτικά προτάγματα της δεκαετίας του ΄60, που δεν τον ενοχλούσαν, κι εμφανίζεται ως ο ιδιοκτήτης και προστάτης τους!!!!
Από την άλλη όλοι εκείνοι που αντιδρούν στις νεοφιλελεύθερες / παγκοσμιοποιητικές μεθοδεύσεις, βλέπουν με καχυποψία τις αξίες του φιλελευθερισμού και περιχαρακώνονται σε συντηρητικές θέσεις που κωδικοποιημένα λέγονται “σεξισμός / ρατσισμός”. Αλλά ο “σεξισμός / ρατσισμός” στην πράξη – και αυτό θα πρέπει να γίνει κατανοητό - ουδόλως ενοχλεί τον φιλελευθερισμό, ίσα - ίσα είναι ένα πεδίο στο οποίο μπορεί να επιδείξει την ηθική του υπεροχή. Εκείνο, όμως, που ποτέ δεν θα ανεχθεί - και θα δίνει πάντα τον υπέρ πάντων αγώνα τόσο σε επίπεδο ιδεολογίας όσο και σε επίπεδο άμεσης ή έμμεσης καταστολής - είναι να αποφασίζουν οι πλειοψηφίες για τα ζητήματα κατανομής της ισχύος και του πλούτου.
Ας δούμε αρχικά γιατί ο φιλελευθερισμός είναι ένα τόσο επιτυχημένο «brand name» ώστε πολλοί, (όχι βεβαίως όλοι), χωρίς κανέναν προβληματισμό, να αισθάνονται φυσικά και άνετα δηλώνοντας ότι είναι “liberal”. Μια βασική αιτία είναι ότι ο όρος είναι «mainstream» και κατά συνέπεια ‘’ακίνδυνος’’. Ο βασικότερος όμως, εξ όλων λόγων, είναι ότι ο όρος “φιλελεύθερος” παραπέμπει στον “φίλο της ελευθερίας” και όλοι ξέρουμε πόσο καλό πράγμα είναι η ελευθερία. Άρα, όποιος δεν είναι φιλελεύθερος, είναι μάλλον εχθρός της ελευθερίας, επομένως είναι ‘’κακός’’ και συνάμα επικίνδυνος.
Η ελευθερία, η υποκείμενη δηλαδή αξία του όρου ‘’φιλελεύθερος’’, είναι ένας όρος λάστιχο ο οποίος δεν σημαίνει τίποτε αν δεν συμπληρώσει κανείς συγκεκριμένα πως την εννοεί. Για να διαπιστώσει κανείς ότι η ελευθερία έχει τις πλέον αντικρουόμενες σημασίες, μπορεί να ανατρέξει στην καθημερινή του εμπειρία, (οι απλούστερες “ελευθερίες” του ενός και του άλλου διαρκώς συγκρούονται), να ανατρέξει σε φιλοσοφικά ή πολιτικά κείμενα που κάνουν διάφορες διακρίσεις, με πιο γνωστή εκείνη μεταξύ θετικής και αρνητικής ελευθερίας, ή να ρίξει μια ματιά στη διολίσθηση της σημασίας της λέξης μέσα στην ιστορία.
Στην αρχαιοελληνική πραγματικότητα η έννοια της ελευθερίας δεν ήταν ένας όρος που ‘’ταλαιπωρούσε’’ πολύ τους φιλοσόφους. Εν προκειμένω, δεν ήταν ένας όρος τον οποίο θεματοποιούσαν ιδιαιτέρως, σε αντίθεση με την άκρως θεματοποιημένη έννοια της αρετής και ειδικότερα της δικαιοσύνης (βλ. Πολιτεία του Πλάτωνα, Πολιτικά και Ηθικά Νικομάχεια του Αριστοτέλη κλπ.).
Στην αρχαία δημοκρατία, εκείνοι που θεωρούνταν “πολίτες” (δεν ήταν όλοι οι κάτοικοι μίας πόλεως πολίτες) νομοθετούσαν απευθείας (χωρίς δηλαδή αντιπροσώπους) για τα ζητήματα της πόλης και συμμετείχαν εκ περιτροπής, με κλήρο, στη δικαστική και την εκτελεστική εξουσία. Με λίγα λόγια οι πολίτες της πόλεως αυτοκυβερνώνται. Οι δε εκπρόσωποι, όπου υπάρχουν, δεν είναι μόνο εκλεγμένοι αλλά και ανακλητοί ανά πάσα στιγμή. Κλήρωση και ανακλητότητα είναι θεμελιώδη συστατικά στοιχεία της δημοκρατίας. Συνοπτικά μπορούμε να πούμε ότι η ελευθερία στην αρχαιοελληνική δημοκρατία υλοποιείται με την άσκηση της εξουσίας απ’ ευθείας από το σώμα των πολιτών, χωρίς δηλαδή την ουσιαστική μεσολάβηση της εξουσίας από τον «κυρίαρχο», με την έννοια που είχε αυτός ο τελευταίος όρος στην πολιτική φιλοσοφία του 17ου και 18ου αιώνα. Είναι προφανές - παρόλο που εντέχνως αποκρύπτεται - ότι ο νεωτερικός και πολύ ‘’φιλελεύθερος’’ όρος «αντιπροσωπευτική δημοκρατία» είναι αντίφαση εν τοις όροις.
Στις αυτοκρατορίες που ακολούθησαν το μοντέλο της δημοκρατικής πόλεως, οι πολίτες έγιναν υπήκοοι και η ελευθερία αναβαθμίζεται πάλι ως αξία στους νεώτερους χρόνους. Αρχικά εμφανίζεται στις αναγεννησιακές πόλεις - ιδιαιτέρως και πρωτίστως στις ιταλικές - στον πληθυντικό, ως “ελευθερίες”, και σημαίνει τα διάφορα εμπορικά προνόμια που χορηγούνταν στις διάφορες κατηγορίες εμπόρων. Πλέον, και μακριά από τις μετέπειτα εξιδανικεύσεις του όρου, η ελευθερία αρχικά θα έχει κυρίως οικονομικό περιεχόμενο και θα σημαίνει την ελευθερία του να επιδιώκεις το συμφέρον σου. Εννοείται ότι στη μακρά περίοδο του καλπάζοντος καπιταλισμού αυτή η πτυχή της ελευθερίας θα αναβαθμίζεται ολοένα και περισσότερο. Τον 17ο αιώνα, κι εν μέσω αιματηρών θρησκευτικών συγκρούσεων, ο όρος θα σημάνει επίσης την ελευθερία της πίστης, της σκέψης, της συνείδησης. Στη συνέχεια τα ‘’πάντα’’ θα κατανοούνται ως ελευθερία: ο εθνικός αυτοπροσδιορισμός, η επέκταση του εκλογικού δικαιώματος, μια σειρά άλλων, συχνά αντικρουόμενων δικαιωμάτων, κλπ.
Αν προσπαθούσε κάποιος να δώσει ένα, κατά το δυνατόν, σταθερό και διαχρονικό ορισμό για τον όρο “φιλελευθερισμός”, αυτός θα ήταν ότι πρόκειται για την ιδεολογία που σφυρηλάτησε η συνεχώς ανερχόμενη αστική τάξη για να επιτεθεί εναντίον των εχθρών της. Καθώς οι εχθροί άλλαζαν, αντιστοίχως άλλαζε - κατά τρόπο ευφυέστατο - και η έννοια του φιλελευθερισμού. Όσο εχθρός της αστικής τάξης ήταν ο παλαιός κόσμος της φεουδαρχίας και της απολυταρχίας (με αυτή τη σειρά), ο φιλελευθερισμός είχε ένα ισχυρό απελευθερωσιακό περιεχόμενο - έρεισμα. Αφότου η αστική τάξη επικράτησε και ο νέος εχθρός ήταν πια τα λαϊκά στρώματα, ο φιλελευθερισμός έγινε η ιδεολογία των προνομιούχων, προσέχοντας όμως εντέχνως και συστηματικά να συσκοτίσει τα πράγματα ώστε να διατηρήσει την καλή φήμη του παρελθόντος.
Η πολιτική θεωρία του φιλελευθερισμού, αρχικά θεμελιώνεται στα κοινωνικά συμβόλαια που κι αυτά με τη σειρά τους βασίζονται σε ένα φυσικό δίκαιο. Μια και στον “παλαιό κόσμο” οι άνθρωποι κατατάσσονταν κληρονομικά σε τάξεις με καθορισμένο οικονομικό και πολιτικό ρόλο, οι θεωρητικοί της αστικής τάξης υποστήριξαν ότι στη φυσική κατάσταση οι άνθρωποι είναι ίσοι και ελεύθεροι, άρα, πρέπει να αρθούν οι περιορισμοί και οι αποκλεισμοί στο πολιτικό και το οικονομικό επίπεδο. Λίγοι θα διαφωνούσαν σήμερα με αυτό, ωστόσο, η όλη επιχειρηματολογία, ευφυώς, ήταν έτσι δομημένη που να διασφαλίζει και το μέλλον της προνομιούχας στο εξής, αστικής τάξης.
Ο φιλελευθερισμός – ο κλασικός φιλελευθερισμός - έλαβε την κανονιστική του διατύπωση στο έργο του Άγγλου φιλοσόφου Τζον Λοκ (John Locke). Στις δύο Πραγματείες περί Διακυβέρνησης (Two Treatises of Government), που δημοσιεύθηκαν το 1689, ο Λοκ περιέγραψε για πρώτη φορά με συστηματικό τρόπο αφενός τα χαρακτηριστικά μιας πολιτικής τάξης αναγκαίας για τη διασφάλιση και τη διαφύλαξη της ανθρώπινης ελευθερίας, και αφετέρου τα πλεονεκτήματα αυτής της συνθήκης.
Για τον Λοκ κάθε θεσπισμένη κοινωνία πρέπει να κατοχυρώνει τρία βασικά και αδιαπραγμάτευτα δικαιώματα, τα οποία είναι τα εξής: α) το δικαίωμα στη ζωή (δικαίωμα αυτοσυντήρησης), β) το δικαίωμα στην ελευθερία γ) και το δικαίωνα στην ιδιοκτησία. Με το τρίπτυχο «αυτοσυντήρηση, ιδιοκτησία και ελευθερία», έχουμε σαφώς μια εκτεταμένη διατύπωση των φυσικών δικαιωμάτων, άξια για κάθε χειροκρότημα!!! Αν όμως ξύσει κανείς λίγο την επιφάνεια θα δει – και αυτό είναι το εντυπωσιακότερο όλων - ότι όλα κατά βάθος θεμελιώνονται στην έννοια της ιδιοκτησίας!!!. Ακόμα και η αυτοσυντήρηση ή η ελευθερία εννοούνται με βάση το μοντέλο της ιδιοκτησίας. Όταν ο Λοκ μιλά για αυτά τα δύο δικαιώματα (αυτοσυντήρηση και ελευθερία), τα θεμελιώνει πάνω στη σκέψη ότι ο άνθρωπος είναι κατ’ αρχάς ιδιοκτήτης του εαυτού του. Κανείς δεν πρέπει, επομένως, να του υποκλέψει ή να του βλάψει την ιδιοκτησία του. Για πρώτη φορά δηλαδή, η απειλή κατά της ζωής γίνεται αντιληπτή με βάση το μοντέλο της φθοράς ξένης ιδιοκτησίας. Το ίδιο ισχύει βέβαια και για τις εργασιακές ικανότητες αλλά και για τις υπόλοιπες ικανότητες. Ο άνθρωπος τελικά εννοείται ως ιδιοκτήτης ή ως κύριος (εξ’ου και η αγγλική προσφώνηση «σερ»). Το δικαίωμα της ιδιοκτησίας, για όποιον καταλαβαίνει την ουσία της θεωρίας του Locke, είναι το δικαίωμα του επιχειρείν και του κερδίζειν από την εργασία των άλλων. Επομένως για τον πάπα του φιλελευθερισμού το δικαίωμα της ιδιοκτησίας είναι το κορυφαίο όλων των δικαιωμάτων. Δεν είμαι απόλυτα σίγουρος αν οι περισσότεροι εκ των θιασωτών του φιλελευθερισμού θα συμφωνούσαν με αυτήν την άποψη, με την άποψη δηλαδή ότι το δικαίωμα της ιδιοκτησίας, είναι το υπέρτατο των δικαιωμάτων.
Τον 19ο αιώνα εμφανίστηκε ο επόμενος αντίπαλος της αστικής τάξης, η εργατική τάξη, η οποία επικαλέστηκε με τη σειρά της κι αυτή το φυσικό δίκαιο, και θύμισε ότι οι άνθρωποι γεννιούνται ίσοι και ελεύθεροι. Ο φιλελευθερισμός τότε βρέθηκε σε άβολη θέση και στήριξε την επιχειρηματολογία του σε μια νέα βάση, τον ωφελιμισμό: Σε γενικές γραμμές, τώρα, το εύλογο επιχείρημα είναι ότι με τον καπιταλισμό αυξάνει η παραγωγή, υπάρχει ανάπτυξη και τελικά όλοι ωφελούνται. Επομένως δεν είναι μισανθρωπία, κακία και μιζέρια να θέλουμε “εξίσωση προς τα κάτω”; Αυτό είναι το βασικό επιχείρημα. Βεβαίως η αλήθεια είναι ότι κάποιοι δεν εργάζονται καθόλου και ωφελούνται πολύ, άλλοι εργάζονται σκληρά και ωφελούνται λίγο, άλλοι για λόγους ανεξαρτήτους της θελήσεώς τους δεν μπορούν να εργαστούν κ.ο.κ.
Τελικά χρειάστηκε ο 20ος αιώνας και ο Χάγιεκ για να μάθουμε απερίφραστα ότι στον φιλελευθερισμό, η βασική ελευθερία, είναι η ελευθερία να γίνεις πλούσιος. Η ελευθερία ορίστηκε απερίφραστα ως το αντίθετο της ισότητας. Φυσικά υπήρξαν και παρακλάδια του φιλελευθερισμού που, σε μια κεϋνσιανίζουσα εποχή κυρίως, προσπάθησαν να συμβιβάσουν ως ένα σημείο την ελευθερία με ένα είδος ισότητας. Αλλά βεβαίως αυτά ηττήθηκαν.
Είναι γεγονός ότι πολλοί άνθρωποι συγχέουν τη δημοκρατία με τον φιλελευθερισμό. Παρότι έχουν υπάρξει πολλές “φιλελεύθερες δημοκρατίες”, (όπως και φιλελεύθερες δικτατορίες), πρέπει να κατανοήσουμε ότι υπάρχει μια διαφορά αρχής: η δημοκρατία βασίζεται στην αρχή της πλειοψηφίας, στην κλήρωση και στην ανακλητότητα˙ ενώ η αρχή του φιλελευθερισμού είναι τα “αναπαλλοτρίωτα δικαιώματα”, που είναι ιερά, φυσικά και απαραβίαστα, και καμία πλειοψηφία δεν μπορεί να τα ανατρέψει. Η ιδιοκτησία, (και ό,τι αυτή συνεπάγεται, διότι η “ιδιοκτησία” είναι μια κωδική ονομασία για τις αβυσσαλέες διαφορές πλούτου), είναι ένα τέτοιο απαραβίαστο δικαίωμα.
Βεβαίως, όσο κι αν πάλιωσε το φυσικό δίκαιο πάντα θα προσφεύγουμε σε αυτό για να θεμελιώσουμε τα αυτονόητα. Το δικαίωμα της ζωής, για παράδειγμα, ή το απαράδεκτο της δουλείας. Καμμιά πλειοψηφία δεν θα έπρεπε να αφανίσει ή να σκλαβώσει μια μειοψηφία και να την εκμεταλλεύεται, απλώς επειδή οι περισσότεροι το αποφάσισαν. Υπάρχουν επίσης περιοχές της ανθρώπινης ζωής για τις οποίες καμία πλειοψηφία δεν θα έπρεπε να έχει λόγο. Μπορούμε να σκεφτούμε αρκετές: Το τι τρώμε, πως ντυνόμαστε, τι θρησκευτικές πεποιθήσεις έχουμε, τι σεξουαλικές προτιμήσεις, έχουμε, κλπ είναι λίγα παραδείγματα από τα πολλά που μπορεί κανείς να σκεφτεί. Γι’ αυτά τα τελευταία θα μπορούσε να βάλει κανείς ένα κριτήριο: καμία από αυτές τις προτιμήσεις δεν εμποδίζει τους άλλους να έχουν τις δικές τους.
Και εδώ λοιπόν, με έναν ομολογουμένως οξυδερκέστατο τρόπο, έρχεται να πατήσει ο φιλελευθερισμός, ο οποίος υποστηρίζει σθεναρά - και καλώς το πράττει - τα ανωτέρω δικαιώματα. Επιπροσθέτως και κατ’ αντιστοιχία, λοιπόν, θέλει στα ζητήματα εκείνα που εξαιρούνται του ελέγχου της πλειοψηφίας να περιλάβει και το ζήτημα της οικονομικής εκμετάλλευσης και της ανισότητας. Θέλει να μας πει ότι με τον τρόπο που είναι δικαίωμα πχ ο σεξουαλικός αυτοπροσδιορισμός είναι δικαίωμα και ο πλούτος. Η νεο-φιλελεύθερη υπερευαισθησία με τα δικαιώματα των LGTB μπορεί και πρέπει, πιστεύουμε, να εξηγηθεί από το ότι ο φιλελευθερισμός θέλει με αυτόν τον τρόπο - δηλαδή ως δικαίωμα αυτοπροσδιορισμού - να κατανοηθούν τα πάντα, ακόμη και το ζήτημα “φτώχεια-πλούτος”. Έτσι, οικειοποιήθηκε απελευθερωτικά προτάγματα της δεκαετίας του ΄60, που δεν τον ενοχλούσαν, κι εμφανίζεται ως ο ιδιοκτήτης και προστάτης τους!!!!
Από την άλλη όλοι εκείνοι που αντιδρούν στις νεοφιλελεύθερες / παγκοσμιοποιητικές μεθοδεύσεις, βλέπουν με καχυποψία τις αξίες του φιλελευθερισμού και περιχαρακώνονται σε συντηρητικές θέσεις που κωδικοποιημένα λέγονται “σεξισμός / ρατσισμός”. Αλλά ο “σεξισμός / ρατσισμός” στην πράξη – και αυτό θα πρέπει να γίνει κατανοητό - ουδόλως ενοχλεί τον φιλελευθερισμό, ίσα - ίσα είναι ένα πεδίο στο οποίο μπορεί να επιδείξει την ηθική του υπεροχή. Εκείνο, όμως, που ποτέ δεν θα ανεχθεί - και θα δίνει πάντα τον υπέρ πάντων αγώνα τόσο σε επίπεδο ιδεολογίας όσο και σε επίπεδο άμεσης ή έμμεσης καταστολής - είναι να αποφασίζουν οι πλειοψηφίες για τα ζητήματα κατανομής της ισχύος και του πλούτου.
του Τάκη Θεοδωρακέα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου